Διαβητική Αμφιβληστροειδοπάθεια

Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι η εμφάνιση βλαβών στον αμφιβληστροειδή χιτώνα, ως αποτέλεσμα του σακχαρώδη διαβήτη.

Σημαντικά στοιχεία

  • Τα αγγεία του αμφιβληστροειδούς σε άτομα με διαβήτη μπορεί να παρουσιάζουν διαρροές.
  • Μερικές φορές σχηματίζονται νέα παθολογικά αγγεία , τα οποία μπορεί να προκαλέσουν αιμορραγία, σχηματισμό ουλής ή αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς.
  • Η διάγνωση βασίζεται σε οφθαλμολογική εξέταση με διαστολή της κόρης του οφθαλμού με οφθαλμικές σταγόνες (βυθοσκόπηση).
  • Ο καλός έλεγχος του σακχάρου του αίματος, της πίεσης του αίματος και της χοληστερίνης είναι πολύ σημαντικά για τα άτομα που έχουν διαβήτη για να μειώσουν την πιθανότητα εμφάνισης βλαβών στα μάτια (αμφιβληστροειδοπάθεια).
  • Σήμερα, υπάρχουν θεραπείες (Laser, ενέσεις φαρμάκων) που μπορεί να αποτρέψουν ή να καθυστερήσουν περαιτέρω βλάβη του αμφιβληστροειδούς και να διασωθεί η όραση του ασθενούς.

Σακχαρώδης Διαβήτης και Όραση

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία από τις κύριες αιτίες τύφλωσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Διαταραχές του αμφιβληστροειδούς συμβαίνουν σχεδόν σε όλους τους ανθρώπους με διαβήτη, έστω και αν δεν χρησιμοποιούν θεραπεία με ινσουλίνη. Οι διαβητικοί που έχουν επίσης υψηλή πίεση του αίματος είναι σε πολύ υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Η εγκυμοσύνη μπορεί να προκαλέσει απότομη επιδείνωση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας.

Τα υψηλά επίπεδα σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα κάνουν τα τοιχώματα των μικρών αιμοφόρων αγγείων, περιλαμβανομένων και εκείνων στον αμφιβληστροειδή, ασθενέστερα και, κατά συνέπεια, πιο επιρρεπή σε βλάβες, οι οποίες είναι μη αναστρέψιμες. Τα κατεστραμμένα αγγεία του αμφιβληστροειδούς παρουσιάζουν διαρροή αίματος και υγρού στον αμφιβληστροειδή, προκαλώντας την εμφάνιση αιμορραγιών και οιδήματος και μείωση της όρασης.

Η έκταση της αμφιβληστροειδοπάθειας και η απώλεια όρασης σχετίζεται κυρίως με τα ακόλουθα:

Πόσο καλά ελέγχονται τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα

Πόσο καλά ελέγχεται αρτηριακή πίεση και η χοληστερίνη

Τη διάρκεια της νόσου

Σε άτομα με διαβήτη τύπου 1, ινσουλινοεξαρτώμενο, η αμφιβληστροειδοπάθεια δεν εμφανίζεται νωρίτερα από τα 5 χρόνια διάρκειας της νόσου. Επειδή η διάγνωση του διαβήτη τύπου 2 μπορεί να καθυστερήσει για πολλά χρόνια, η αμφιβληστροειδοπάθεια μπορεί να υπάρχει από τη πρώτη στιγμή που οι άνθρωποι μαθαίνουν ότι πάσχουν από διαβήτη τύπου 2 και πολλές φορές τα οφθαλμικά προβλήματα είναι αυτά που οδηγούν στη διερεύνηση και την επιβεβαίωση της πάθησης.

Ο σακχαρώδης διαβήτης μπορεί να προκαλέσει δύο τύπους αμφιβληστροειδοπάθειας. Τη μη παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια, όπου τα μικρά αιμοφόρα αγγεία του αμφιβληστροειδούς (τριχοειδή) παρουσιάζουν βλάβες στα τοιχώματα (ανευρυσμάτια) και διαρρέουν ή αιμορραγούν. Οι διαρροές μπορεί να είναι διάχυτες ή και σε ορισμένη περιοχή του αμφιβληστροειδούς και προκαλούν οίδημα το οποίο μειώνει την όραση στη συγκεκριμένη περιοχή. Αν αυτό συμβεί κοντά στην ωχρά κηλίδα, μειώνεται η κεντρική όραση.
Στην παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια, η ισχαιμία που παρουσιάζει ο αμφιβληστροειδής διεγείρει την ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων. Τα νέα αιμοφόρα αγγεία αναπτύσσονται κατά μη φυσιολογικό τρόπο και μερικές φορές προκαλούν αιμορραγία ή ουλές. Εκτεταμένες ουλές μπορεί να προκαλέσουν αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Η παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια τείνει να οδηγήσει σε μεγαλύτερη απώλεια της όρασης από ό,τι η μη παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια. Επίσης, μπορεί να προκαλέσει απότομη ολική ή σχεδόν ολική τύφλωση λόγω της μεγάλης αιμορραγίας εντός του υαλώδους υγρού (η ζελατινώδης ουσία μέσα στο πίσω μέρος του οφθαλμού) ή λόγω ελκτικής αποκόλλησης αμφιβληστροειδούς. Η ανάπτυξη των νέων αιμοφόρων αγγείων μπορεί επίσης να οδηγήσει σε γλαύκωμα.

Η διάγνωση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας γίνεται με την εξέταση στη σχισμοειδή λυχνία και με τη χρήση ειδικών σταγόνων που διαστέλουν την κόρη του οφθαλμού (βυθοσκόπηση). Ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις γίνονται για τη σταδιοποίηση της νόσου και την παρακολούθηση της εξέλιξής της. Οι πιο συνηθισμένες είναι η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) για τη μέτρηση του οιδήματος και την καταγραφή των έλξεων και η φλουοροαγγειογραφία, η οποία βοηθά στον προσδιορισμό της θέση των αγγείων που διαρρέουν, καθώς και των περιοχών με κακή ροή του αίματος (ισχαιμία).

Ο καλύτερος τρόπος για την πρόληψη της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας είναι η καλή ρύθμιση του διαβήτη και η διατήρηση της πίεσης του αίματος και της χοληστερίνης σε φυσιολογικά επίπεδα. Τα άτομα με διαβήτη θα πρέπει να υποβάλλονται σε ετήσια οφθαλμολογική εξέταση με βυθοσκόπηση, έτσι ώστε η αμφιβληστροειδοπάθεια να μπορεί να ανιχνευθεί έγκαιρα και να ξεκινήσει νωρίς κάθε αναγκαία θεραπεία. Οι έγκυες γυναίκες με διαβήτη θα πρέπει να έχουν αυτές τις οφθαλμολογικές εξετάσεις περίπου μία φορά κάθε 3 μήνες.

Οι θεραπευτικές επιλογές τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί αρκετά, καθώς πολλά νέα φάρμακα είναι πλέον διαθέσιμα.

Τα περισσότερα φάρμακα έχουν σαν στόχο τη μείωση του οιδήματος της ωχράς κηλίδας και τη συνεπακόλουθη βελτίση της όρασης και τις περισσότερες φορές χορηγούνται με ενέσεις που γίνονται μέσα στον οφθαλμό (ενδοϋαλοειδικές ενέσεις).

Η κλασική θεραπεία είναι η φωτοπηξία με laser, κατά την οποία εφαρμόζεται θερμικό laser στις περιοχές του αμφιβληστροειδούς που έχουν τις βλάβες. Ο στόχος είναι να επιβραδυνθεί η δημιουργία των ανώμαλων νέων αιμοφόρων αγγείων του αμφιβληστροειδούς και η μείωση της διαρροής απο τα αγγεία με τοιχωματικές βλάβες. Η Φωτοπηξία με laser μπορεί να χρειαστεί να επαναληφθεί αρκετές φορές. Η αγωγή με laser σπάνια βελτιώνει την όραση, αλλά αποτρέπει την περαιτέρω επιδείνωση θυσιάζοντας το κομμάτι του αμφιβληστροειδούς που έχει βλάβες για να σώσει το υπόλοιπο και να διατηρήσει την όραση.

Για τις μεγάλες αιμορραγίες του υαλοειδούς είναι απαραίτητη η χειρουργική επέμβαση με μια διαδικασία που ονομάζεται υαλοειδεκτομή. Στη διαδικασία αυτή απομακρύνεται το υαλοειδές και ταυτόχρονα και το αίμα και μπορεί να συνδυαστεί και με εφαρμογή φωτοπηξίας ή και ένεση φαρμάκων. Η ίδια επέμβαση χρησιμοποιείται και όταν υπάρχουν ουλές που δημιουργούν έλξεις στον αμφιβληστροειδή.