Χρωματική αντίληψη

και αχρωματοψία

Ο οφθαλμός μπορεί να διακρίνει 200 περίπου αποχρώσεις που δημιουργούνται από το συνδυασμό 3 βασικών χρωμάτων: κόκκινο, πράσινο και μπλε. Σε κάθε μια από αυτές τις αποχρώσεις ο ανθρώπινος οφθαλμός μπορεί να ξεχωρίσει 500 χρώματα ανάλογα με την λαμπρότητά τους, και 20 ανάλογα με την πυκνότητά τους. Με άλλα λόγια το οπτικό μας σύστημα μπορεί να διακρίνει ένα εκατομμύριο ερεθίσματα ως διαφορετικά ανάλογα με το χρώμα τους.

Οι θεωρίες για την αντίληψη των χρωμάτων είναι : 

  1. Η τριχρωματική θεωρία των Young-Helmotz (1801) σύμφωνα με την οποία υπάρχουν 3 είδη κωνίων με ευαίσθητες ουσίες για το κόκκινο, το πράσινο και το μπλε. Με την ταυτόχρονη και ισοδύναμη διέγερση και των 3 ειδών κωνίων προκαλείται το αίσθημα του λευκού φωτός.
  2. Η τετραχρωματική ή των αντιθέτων χρωμάτων θεωρία του Hering (1870) σύμφωνα με την οποία υπάρχουν στα κωνία 3 διαφορετικές χρωστικές που ανάλογα με τη φάση μεταβολισμού του αμφιβληστροειδή διεγείρονται από διαφορετικού μήκους κύματος ακτινοβολίες. Έτσι η πρώτη ουσία προκαλεί το αίσθημα του κόκκινου ή πράσινου (κόκκινο-πράσινο= αντίθετα χρώματα) ή δεύτερη ουσία προκαλεί το αίσθημα του κυανού ή του κίτρινου (κυανό-κίτρινο=αντίθετα χρώματα) και τέλος η τρίτη ουσία προκαλεί το αίσθημα του λευκού ή μαύρου χρώματος.
Σήμερα οι επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα (ύστερα από πειραματικά δεδομένα) πως ο μηχανισμός της αντίληψης των χρωμάτων μπορεί να εξηγηθεί μόνο με το συνδυασμό των δύο θεωριών.

Τα χρώματα που αντιλαμβανόμαστε σχετίζονται με τα μήκη κύματος του φωτός που αντανακλάται, απορροφάται ή εκπέμπεται από τις χρωστικές ουσίες των αντικειμένων του ορατού κόσμου. Για παράδειγμα κάποιο αντικείμενο γίνεται αντιληπτό ως κόκκινο, αφού τα μικρότερου μήκους κύματα απορροφώνται από το αντικείμενο και αντανακλώνται τα μεγαλύτερα μήκη κύματος, τα οποία γίνονται αντιληπτα ως κόκκινο χρώμα, για να διεγείρουν στη συνέχεια τις φωτοχρωστικές του αμφιβληστροειδούς που είναι πιο ευαίσθητες στο κόκκινο.

Η αντίληψη μας για το χρώμα δεν εξαρτάται μόνο από ποιά μήκη κύματος αντανακλώνται από το ακτινοβολούμενο αντικείμενο, αλλά και από τη δομή και τη σύνθεση του φωτός. Για παράδειγμα, εάν το φώς περιέχει μόνο το μήκος κύματος περίπου 620nm, είναι δυνατό να δούμε μόνο το κόκκινο χρώμα - υποθέτοντας ότι το ακτινοβολούμενο αντικείμενο μπορεί να αντανακλάσει μήκη κύματος σε αυτό το εύρος. Η σύνθεση του φωτός ημέρας αλλάζει καθ`όλη τη διάρκεια της μέρας. Η αναλογία του κόκκινου βρίσκεται στο μέγιστο της το πρωϊ ενώ η αναλογία του μπλέ αυξάνει προς το βράδυ. Αυτό μπορεί να προκαλέσει την διαφορετική αντίληψη των χρωμάτων.

Διαταραχές που σχετίζονται με την αντίληψη των χρωμάτων είναι οι εξής:

 

  1. Αχρωματοψία: Αδυναμία διάκρισης όλων των χρωμάτων (αφορά και τα 3 βασικά χρώματα)
  2. Δυσχρωματοψία: Αδυναμία διάκρισης ενός από τα βασικά χρώματα (κόκκινο-πράσινο-μπλε)
  3. Ανώμαλη Χρωματοψία: Δυσκολία διάκρισης ενός χρώματος.

Η αχρωματοψία μπορεί να είναι κληρονομική ή να προέρχεται από ασθένειες  του οπτικού νεύρου ή του αμφιβληστροειδή.  Η επίκτητη αχρωματοψία προσβάλει μόνο το μάτι που εμφανίζει τo πρόβλημα  και συνήθως υπάρχει πρόβλημα στον διαχωρισμό τoυ μπλε ή του κίτρινου χρώματος. 

Η κληρονομική αχρωματοψία είναι η πιο συχνή. Προσβάλει και τα δύο μάτια και δεν επιδεινώνεται κατά τη διάρκεια του χρόνου. Αυτός ο τύπος αχρωματοψίας ανευρίσκεται στο 8% των ανδρών και 0,4% των γυναικών. Η αχρωματοψία αυτή συνδέεται με το Χ χρωμόσωμα και σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις μεταφέρεται από τη μητέρα στο γιο της.

Η αχρωματοψία ανιχνεύεται με ειδικούς χρωματικούς πίνακες Ishihara Test. Σε κάθε πίνακα υπάρχει ένας αριθμός που σχηματίζεται από χρωματικές κηλίδες. Ο ασθενής πρέπει να αναγνωρίσει τον αριθμό του πίνακα που κρατάει στα χέρια του κάτω από καλό φωτισμό. Μόλις τεθεί η διάγνωση της αχρωματοψίας τότε μπορεί να γίνει πιο λεπτομερής έλεγχος του χρωματικού προβλήματος.

H αχρωματοψία δεν θεραπεύεται. Παρόλα αυτά, η διάγνωσή της από την πολύ μικρή ηλικία είναι πολύ σημαντική αφού κατά τη σχολική ηλικία ένα πολύ μεγάλο μέρος του διδακτικού υλικού βασίζεται στην χρωματική αντίληψη. Γνωρίζοντας το πρόβλημα, γίνεται ευκολότερο στο παιδί να αντιμετωπίσει μαθησιακές δυσκολίες οι οποίες βασίζονται στην αντίληψη των χρωμάτων. Ετσι, εάν το παιδί σας έχει αχρωματοψία, θα πρέπει να ενημερώσετε το δάσκαλο ή τη δασκάλα του ώστε το μάθημά του να οργανωθεί με τρόπο ανάλογο προκειμένου να αντιμετωπισθούν σχετικές μαθησιακές δυσκολίες. 

Το άτοµο που πάσχει από αυτή την ασθένεια των µατιών δεν θα πρέπει να χειρίζεται µηχανήµατα ή κουµπιά µε κόκκινα ή πράσινα χρώµατα, όπως επίσης θα πρέπει να βρίσκει διαφορετικούς τρόπους για να διαχωρίζει διαφορετικά χρώµατα χαπιών, αντικειµένων κ.α. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι υπάρχουν τρόποι που βοηθούν κάποιον να αντιμετωπίσει την αδυναμία τού να ξεχωρίσει τα χρώματα.΄Ενα παράδειγμα είναι το κόκκινο χρώμα που γνωρίζουμε όλοι ότι ανάβει στο επάνω μέρος του φωτεινού σηματοδότη ακόμα και αν δεν το αναγνωρίζουμε.